Ο Γενικός Διευθυντής της INTERSOS Hellas, Απόστολος Βεΐζης μίλησε με τον δημοσιογράφο Γιώργο Σαχίνη στον ραδιοφωνικό σταθμού 98.4, όπου έκανε λόγο για τις κρίσιμες ώρες που βιώνουν οι εκτοπισμένοι από την Ουκρανία, το ταξίδι τους μέχρι τη Μολδαβία και άλλες γειτονικές χώρες, καθώς και για τα νέα σοβαρά θέματα που ανακύπτουν για την τύχη αυτού του λαού.
«Όταν πάνω από 400.000 άνθρωποι έχουν περάσει από τη Μολδαβία είναι ο μεγαλύτερος αριθμός των προσφύγων σε σχέση με τον πληθυσμό της Μολδαβίας, μία χώρα η οποία πέραν της φτώχειας έχει και τον φόβο της λόγω της ανεξαρτησίας που έχει μία περιοχή της η οποία θέλει να συνδεθεί με την Ρωσία. Από τους 400.000 ανθρώπους που έχουν περάσει οι 100.000 έχουν μείνει στη Μολδαβία και δεν έχουν μείνει σε καταυλισμούς αλλά σε σπίτια, σε πολύ φτωχά σπίτια και πραγματικά οι φτωχοί άνθρωποι παρά τις όποιες στερήσεις ανοίγουν τις πόρτες τους, τις καρδιές τους και δέχονται τους πρόσφυγες. Η συγκίνηση είναι πάρα πολύ μεγάλη όταν βλέπεις μία πολύ φτωχή χώρα να κάνει αυτήν την υπερπροσπάθεια που δεν την έχουν κάνει όλα αυτά τα χρόνια διάφορες ευρωπαϊκές πλούσιες χώρες σε αξίες και σε χρήματα.
Η ομάδα μας πλέον είναι και μέσα στην Ουκρανία όπου προσπαθεί να υποστηρίξει τα διάφορα νοσοκομεία και βλέπει τον εκτοπισμό των ανθρώπων. 44 εκατομμύρια άνθρωποι είναι σε κίνηση. Eίμαστε στην Palanca και την Tudora, σε δύο σημεία εισόδου στην Μολδαβία, προς τον Νότο κοντά στην Οδησσό. Χθες στα σύνορα με τη Μολδαβία ήταν χιλιάδες οι άνθρωποι οι οποίοι έρχονταν από την περιοχή Νικολάγιεβ λόγω του ότι είχε βομβαρδιστεί αρκετά από τους Ρώσους. Ο δήμαρχος της πόλης έδωσε εντολή να φύγουν τα γυναικόπαιδα. Χθες υπήρχε πάρα πολύς κόσμος και σήμερα βλέπουμε το ίδιο, που σημαίνει ότι ο κλοιός σφίγγει περισσότερο προς την Οδησσό, άρα θα έχουμε και περισσότερους ανθρώπους οι οποίοι είναι σε κίνηση.
Οι άνθρωποι που φτάνουν αυτή τη στιγμή είναι κυρίως γυναίκες και παιδιά. Πάνω στα αυτοκίνητα σε σχέση με την Πολωνία βλέπει κανείς αυτοκόλλητα όπου αναγράφεται η λέξη “παιδιά”, με γυναίκες ή όποιον άλλον έχει αυτοκίνητο να οδηγούν για να βγάλουν έξω τα παιδιά. Τα υπόλοιπα είναι σε λεωφορεία και το μοναδικό πράγμα που κάνει κανείς όταν σταματάνε είναι να ξεσπούν σε κλάματα για δύο λόγους: Ο ένας είναι πως σώσανε τα παιδιά τους, ο δεύτερος όμως είναι ότι αισθάνονται τύψεις που αφήσαν πίσω το σπίτι τους, τον άντρα τους να πολεμάει, και νιώθουν παράλληλα ότι τη δεδομένη στιγμή η ζωή τους είναι μία βαλίτσα στο χέρι μ’ έναν πολύ μακρύ δρόμο που δεν γνωρίζουν που θα τους βγάλει. Και πραγματικά όταν φεύγει κανείς απ΄τα σύνορα της Ουκρανίας με τη Μολδαβία ευθύς αναρωτιέσαι που θα καταλήξεις παρ’ όλο που πασχίζουμε εδώ στα σύνορα να είμαστε μία μικρή γέφυρα, να δείξουμε την αλληλεγγύη όλων των υπόλοιπων ανθρώπων οι οποίοι μας στηρίζουν και μας δίνουν τη δυνατότητα να ‘μαστε εδώ.
Για ‘μένα η προσέγγιση της Ευρώπης προς το παρόν παραμένει θεωρητική έχοντας δηλώσει πως θα παρέχει και ότι θα κάνει τα πάντα για τους Ουκρανούς, ότι έχει απλώσει μια μεγάλη κουβέρτα αλληλεγγύης να τους προστατέψει όλους, αλλά στην ουσία οι άνθρωποι μπαίνουν στα λεωφορεία, καταλήγουν σε μεγάλες πόλεις χωρίς να ξέρει κανείς πώς, τί, πότε, ποιος, με ποιόν, κλπ. Δεν υπάρχει αυτή η πληροφορία, επομένως βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου απλώς τους ανθρώπους τους παίρνουν από μία εμπόλεμη ζώνη και τους αφήνουν κάπου, ξεχνούν όμως, πως την επόμενη μέρα αυτοί οι άνθρωποι θα χρειαστούν την αντίστοιχη ασφάλεια, να αισθανθούν ότι σε ένα σημείο κάποιος νοιάζεται γι’ αυτούς, κάποιος τους μιλάει.
Πρόκειται για παιδιά και γυναίκες οι οποίες θα χρειαστούν ψυχολογική υποστήριξη, άνθρωποι που θα χρειαστούν τη συνέχιση της θεραπείας τους όπως καρκινοπαθείς, άτομα που χρειάζονται αιμοκάθαρση, ανθρώπους που θέλουν να γυρίσουν πίσω, κάνουν προσπάθειες να ξαναπάνε πίσω για να δουν τι γίνεται με το σπίτι τους. Είναι μία κατάσταση στην οποία η ασφάλεια έτσι όπως την εννοούμε αληθινά δεν νομίζω ότι παρέχεται όπως θα έπρεπε σε αυτούς τους ανθρώπους. Και βεβαίως εδώ, τίθεται ένα πολύ μεγάλο ερώτημα γιατί ανάμεσά τους βλέπει κανείς ότι υπάρχουν κι άλλοι πολίτες τρίτων χωρών οι οποίοι δεν χαίρουν της ίδιας αντιμετώπισης και αυτό έρχεται άλλη μια φορά να δείξει ποιοι είναι και ποιοι δεν είναι οι πραγματικοί πρόσφυγες για την Ευρώπη. Η Ευρώπη με αυτήν την κίνηση έδειξε τουλάχιστον ότι λεκτικά και πολιτικά μπορεί να κάνει πράγματα, ωστόσο, από την άλλη απέδειξε ότι δεν είναι έτοιμη ούτε οργανωτικά να μπορεί να βοηθήσει παρ’ ότι έχει χρήματα και μπορεί να έχει μηχανισμούς που όμως καθυστερούν. Υπάρχει μία αναμονή, μία τάση που λέει ότι “θα κάνουμε πράγματα σιγά σιγά”, αλλά δεν νομίζω ότι η Ευρώπη είναι προετοιμασμένη απέναντι στον μεγάλο αριθμό ανθρώπων που συνεχίζουν να μπαίνουν στο έδαφός της.
Αν περιμένουμε να σταματήσει ο πόλεμος για να ξαναγυρίσουν άνθρωποι πίσω, εκεί υπάρχει πολύ μεγάλο ζήτημα. Δεν νομίζω ότι αυτοί οι άνθρωποι θα γυρίσουν πίσω. Σκεφτείτε αν πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους θα χάσουν τους πατέρες, τους άνδρες τους στον πόλεμο, οπότε ποια άλλη ελπίδα να υπάρχει για να γυρίσουν πίσω;
Κάθε εμπόλεμη κατάσταση σε μία περιοχή έχει την ίδια γεύση, με το να ξεριζώνεται κανείς, να είναι απελπισμένος, να έχει πόνο, να έρχεται αντιμέτωπος με τον θάνατο κλπ. Η κάθε περιοχή μετράει και τις αντίστοιχες δυναμικές. Για να μπορεί κανείς να μειώσει τις επιπτώσεις αυτές θα πρέπει να ‘χει έναν μηχανισμό ετοιμότητας να μπορεί να ανταποκριθεί.
Είναι πάρα πολλά τα ορφανά πολέμου. Και ο ευρωπαϊκός μηχανισμός θα πρέπει κάποια στιγμή να ξυπνήσει. Τα πράγματα στην θεωρία είναι πολύ εύκολα, τύπου “είμαστε σε ετοιμότητα, οργανωμένοι”, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται ότι υπάρχει κενό. Επιπλέον, λείπει ο συντονισμός. Υπάρχουν πάρα πολλές κινήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο γιατί σε τέτοιες ανθρωπιστικές κρίσεις πρέπει κανείς να αποφύγει αυτό που λέγεται ‘τσίρκο ανθρωπιστικό’ δηλαδή χρειάζεται συντονισμός.
Περνώντας την πρώτη φάση φεύγουν απ΄τον πόλεμο, και η δεύτερη, αυτήν της ένταξης, είναι η πιο δύσκολη. Το πού θα καταλήξουν αυτοί οι άνθρωποι για να μπορούν να στηριχθούν, να έχουν τουλάχιστον μία προοπτική για κάποιο χρονικό διάστημα και να δει κανείς και την επόμενη μέρα. Απλώς το κομμάτι αυτό κάποια στιγμή όταν ο πόλεμος σταματήσει, θα πρέπει να το δούμε ως κοινωνίες, το πώς ανταποκρινόμαστε πραγματικά σε κρίσεις στην Ελλάδα, την Ουκρανία, στην Ευρώπη ή κάπου αλλού. Νομίζω ότι υπάρχουν διάφοροι ανθρωπιστικοί μηχανισμοί τους οποίους μπορούμε να ενεργοποιήσουμε καλύτερα προς όφελος αυτών των ανθρώπων, προς το δικό μας αλλά και της ίδιας της κοινωνίας.
Μέσα στην Ουκρανία αυτό που χρειάζονται στην ουσία στα νοσοκομεία είναι φάρμακα με τα οποία πρέπει να λειτουργεί το νοσοκομείο στην καθημερινότητα γιατί έχουν σταματήσει οι διανομές που συνήθως έρχονταν από το Κίεβο προς τις πόλεις, φάρμακα για τραυματίες που σημαίνει ότι αυτά είναι ειδικά κιτ τα οποία σε συνεργασία με τον ΠΟΥ προσπαθούμε να τα διαθέσουμε. Όσον αφορά στους ανθρώπους οι οποίοι καταφτάνουν στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες χρειάζονται συνέχιση της θεραπείας τους για χρόνια νοσήματα και προβλήματα υγείας που οφείλονται στην έκθεσή τους στο κρύο και σε δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης. Και βεβαίως, όσοι είναι εκτοπισμένοι μέσα στην Ουκρανία χρειάζονται μια καθημερινή κάλυψη.
Νομίζω ότι ο συντονισμός της ενέργειας, η διάθεση χρηματικών ποσών προς τις οργανώσεις είναι πιο εύκολο πρακτικά γιατί θα δώσει παράλληλα τη δυνατότητα να μπορεί κανείς να αγοράσει από τοπικά μαγαζιά στηρίζοντας την οικονομία εκεί και για να διευθετηθούν τα πράγματα πιο εύκολα έχοντας υπόψη μας και τις δυσκολίες ώστε να μην καταλήξουν διάφορα πράγματα σε κάποιες αποθήκες. Δεν είναι πολύ εύκολο να μετακινηθούν πολλά πράγματα μέσα στην Ουκρανία αλλά σε συνεννόηση με τις τοπικές οργανώσεις και με τους εθελοντές από την άλλη πλευρά των συνόρων προσπαθούμε να βοηθήσουμε και όλα αυτά να καταλήξουν προς όφελος των ανθρώπων που τα έχουν ανάγκη. Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή η οικονομική στήριξη στους οργανισμούς είναι ένας καλύτερος τρόπος στη βάση του επείγοντος. Αργότερα, μπορούν να προστεθούν και επιπλέον πράγματα σ’ αυτή την προσπάθεια, σε συνδυασμό βέβαια και με τις ανάγκες που υπάρχουν απ’ την άλλη πλευρά.
Αυτός ο πόλεμος ξέχασε την πανδημία παρ’ όλο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει. Όταν υπάρχει ένας πόλεμος δεν νομίζω ότι πρέπει να ξεχνάμε όλα τα υπόλοιπα. Οι προτεραιότητες οργανώνονται από την ίδια την κοινωνία. Γιατί οι μάχες πρέπει να δοθούν μαζί. Αυτοί τη στιγμή και οι άνθρωποι χρειάζεται και να εμβολιαστούν. Η διαχείριση των καταστάσεων, η υγεία πρώτα απ΄όλα θα πρέπει να είναι προτεραιότητα και να μπουν στην άκρη άλλα συμφέροντα. Δυστυχώς, και η υγεία παρακολουθείται από μία πολιτική σκοπιά, αλλά υπάρχει το περιθώριο να το αλλάξουμε αυτό».
Ακούστε τη συνέντευξη εδώ: https://www.radio984.gr/post/ap-veizis-apoysia-makrochronion-politikon-stin-anthropistiki-krisi-stin-oykrania/?fbclid=IwAR14NTl9-cBOct4ypZ9g9dE4pzT2JFmt7vSZLZHqaj75h5O-soUlQr1wFhc